Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

Επιτρεπεται να πεσεις-επιβαλλεται να .....

 

 

 

Επιτρεπεται να πεσεις-επιβαλλεται να σηκωθεις

Έρχονται φορές που νιώθεις πως για λίγο έχεις χάσει κάποια κομμάτια απ την ψυχή σου...

Στιγμές μοναξιάς ,μελαγχολίας και πολλής σκέψης...

Αν είσαι άνθρωπος ισορροπημένος και σίγουρος για τον εαυτό σου ... σου " παίρνει" ελάχιστες ώρες για να συνειδοποιήσεις ότι τελικά κάποια πράγματα,γεγονότα,σκέψεις,λόγι​α είναι στο μυαλό μας ...

Βρίσκεις ξανά εκείνα τα χαμένα κομμάτια και "ΣΗΚΩΝΕΣΑΙ" ...

Λύγισα ,το παραδέχομαι ... Πάλεψα όμως ... και στο τέλος ΝΙΚΗΣΑ...τον εαυτό μου και πάλι πίσω....!!!!!!

 Άφησα στον εαυτό μου το δικαίωμα να πέσει... " Του είπα όμως- ΚΑΘΗΚΟΝ ΣΟΥ είναι να ΞΑΝΑΣΗΚΩΘΕΙΣ" .. ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑ....!!!

Δεσμοί




Οι άνθρωποι δένονται με τα πράγματα όταν απογοητεύονται. 
Όταν εμπιστεύονται τη μοναξιά τους 
περισσότερο από τη συντροφιά των ανθρώπων!
Π.Τραυλού, "Κλειδωμένο συρτάρι"


Για να θα γενούνε τα σκοτάδια φως


Τον πιο παλιό καιρό ζούσε εδώ μία κοινότητα Ανθρώπων. Γύρω απ’τις τρεις μεριές του οικισμού, ήταν το Μαύρο Δάσος. Και από την τέταρτη, η απέραντη στέπα. Για πολύ καιρό ο ήλιος έλαμπε και ο ουρανός ήταν γαλάζιος, και έτσι οι Άνθρωποι ήταν γενναίοι και ευτυχισμένοι.
Μα κάποια μέρα, ήρθαν απ’ την στέπα άλλοι Άνθρωποι, πιο νέοι, πιο βάρβαροι, πιο δυνατοί και έδιωξαν τους πρώτους, βαθιά μέσα στο Μαύρο Δάσος.  Έλη τους περικύκλωσαν και βάλτοι και το σκοτάδι ήτανε πυκνό.  Άρχισαν να πεθαίνουν, ο ένας μετά τον άλλο, απ’τα κουνούπια και το μολυσμένο αέρα. 
 Τότε, γυναίκες και παιδιά, αρχίσανε τους θρήνους και όλοι μαζί καθίσαν να σκεφτούν σαν τι θα κάνουν.
- Δύο δρόμοι ανοίγονται για μας. 
Ο ένας, προς τα πίσω.  Μα εκεί, βρίσκονται οι δυνατοί εχθροί μας.
Ο άλλος μπροστά, πέρα απ’τα Μαύρα Δάση, εκεί που τα μεγάλα δέντρα, με τα πανίσχυρα κλωνιά τους αγκαλιάζονται κι οι κόμποι απ’τις γυμνές τους ρίζες βυθίζονται βαθιά, στη λιπαρή τη λάσπη.
Και το σκοτάδι ήταν πυκνό και τα μεγάλα δέντρα - δέντρα πέτρινα - στεκόντουσαν βουβά και ακίνητα, μέσα στο μαύρο θάμπος και πιο σφιχτά πλησίαζαν το να το άλλο, τριγύρω στους Ανθρώπους.  Μα εκείνοι είχαν συνηθίσει την απλωσιά της στέπας και πιο πολύ τους στένευε το Δάσος, παρά θηλιά κρεμάλας στο λαιμό τους.
Και η Ώρα χτύπησε Έντεκα. 
Και όμως, κάποτε ήταν δυνατοί και θα μπορούσαν να νικήσουν. Μα τώρα, κάτω απ’τα πυκνά κλαδιά, χάθηκε η ψυχή και - ίσως - το σώμα.  Και οι θρήνοι γέννησαν την Φρίκη.  
 Και οι Μάνες κλαίγανε τους πεθαμένους.  Και οι ζωντανοί αλυσοδέθηκαν από τον Φόβο. Λόγια δειλίας άρχισαν να ακούγονται μέσα στο Δάσος.  Και ήθελαν στους εχθρούς να παν και γονατίζοντας να τους προσφέρουν τη λευτεριά τους.
Και είπε ο Ντάνκο :
- Σύντροφοι, δεν κυλάει η πέτρα με την σκέψη μόνο.  Όποιος δεν κάνει τίποτε, δεν του συμβαίνει τίποτε.  Γιατί να σπαταλιέται η δύναμή μας στον καημό;  Πάμε στο Δάσος και ας το περάσουμε ως πέρα.  Σίγουρα θα χει κάποιο τέλος.  Όλα στον Κόσμο έχουν ένα τέλος.  Εμπρός λοιπόν!
-Οδήγησε μας, με μια φωνή είπανε όλοι. Και ξεκίνησαν.
Και σε κάθε βήμα, ο Βάλτος - άπληστο σάπιο στόμα - καταβρόχθιζε Ανθρώπους.  Σα φίδια απλώθηκαν παντού οι ρίζες και κάθε βήμα το πληρώνανε με αίμα.  Περπάτησαν πολύ καιρό και όλο πύκνωναν τα σκοτάδια.  Κουράστηκαν και άρχισαν να γκρινιάζουν για τον Ντάνκο και έλεγαν πως, άδικα, νέος και άπειρος τους έσυρε εδώ κάτω - κι ας είχαν όλοι τους συμφωνήσει.
Και κάποτε, στο Δάσος μπόρα ξέσπασε.  Και έγινε το σκοτάδι πιο μαύρο και απ’της Κόλασης τις νύχτες.  Μα ο Ντάνκο περπατούσε πάντα εμπρός.  Και τα κλαδιά των δέντρων τους κύκλωσαν.  Και κεραυνοί έσκιζαν τον αιθέρα.  Όλο δυνάμεις και πιο λίγες τους απόμεναν.  Μα εκείνος περπατάει πάντα μπρος –«ένας αυτός, και ζει για χίλιους».  
Τσάκισαν και έχασαν το θάρρος τους και ρίξανε το φταίξιμο στον Ντάνκο.
- «Σας οδηγώ εγώ», μας είπες! 
- Σας οδήγησα. Μα εσείς;  Σέρνεστε όλο πιο πολύ στη λάσπη, μπουσουλώντας με τα τέσσερα, σα ζώα.  Σκοτείνιασαν τα μάτια τους και φάνηκε μέσα σ’αυτά η λάμψη του θανάτου. «Κοίτα τους», μονολόγησε, «πριν όλοι φίλοι, τώρα όλοι τους θηρία» και λάμψαν τα μάτια του σαν φάροι. Και βλέποντάς το αυτό, σκέφτηκαν πως τρελάθηκε και πως, γιαυτό - έτσι ζωηρά - φλογίστηκε η ματιά του και φυλάχτηκαν.  Και σαν κοπάδι λύκων  - που θήραμα μυρίστηκε - μαζεύτηκαν, γιατί περίμεναν πως θα ριχτεί πάνω τους πρώτος.  Και άρχισε να στενεύει γύρω του ο κλοιός.  Και αυτός κατάλαβε τη σκέψη τους και η σκέψη γέννησε στην φλογερή καρδιά του το παράπονο.  Και όλο το Δάσος άρχισε να ψέλνει το μαύρο, πένθιμο τραγούδι του.  Και ο κεραυνός βροντάει και η βροχή πέφτει ασταμάτητα.
- «Αν δεν καώ εγώ - αν δεν καείς εσύ - πως θα γενούν τα σκοτάδια φως;» φώναξε, κι απ’τη Βροντή πιο δυνατά.  Και έσκισε με τα χέρια του το στήθος του και έβγαλε από μέσα την καρδιά του και την κρατάει ψηλά, απ’τα κεφάλια πάνω των Ανθρώπων.  Αναλαμπάδιασε η Καρδιά  - σαν ήλιος - και το σκοτάδι διαλύθηκε μέσα στο φως. Και οι Άνθρωποι –κατάπληκτοι- μαρμάρωσαν.
- Εμπρός, φωνάζει ο Ντάνκο και ρίχνεται μπροστά, στην πρωτινή του θέση, ψηλά κρατώντας την Φλεγόμενη Καρδιά του - που φώτιζε τη Μοίρα των Ανθρώπων.  Τον ακολούθησαν σαν μαγεμένοι. Το Δάσος αντιβούισε έκπληκτο, μα η βοή του πνίγηκε στον Ήχο των Χρωμάτων.  Και τώρα πέθαιναν, μα πέθαιναν δίχως παράπονα και παρακάλια.  Έτρεχαν γρήγορα μπροστά, με γενναιότητα το Φως του Φάρου ακολουθώντας  - την Καρδιά του.  Και ο Ντάνκο πάντα προχωρούσε προς τα εμπρός και η Φλόγα της Καρδιάς του όλο φούντωνε και φούντωνε.  Και τέλειωσε το Δάσος.  Και έμεινε πίσω τους, βουβό.  Και στα λιβάδια πέρα, στη μεγάλη στέπα σαν ξεμύτισαν, λούστηκαν ξαφνικά από ηλιόφως και καθαρό αέρα ξεπλυμένο απ’ τη βροχή.  Και έλαμψε ο ήλιος και πέρα, το ποτάμι, σαν φιδίσιο σώμα αντιφέγγισε. Σουρούπωνε.  Κατά το λιόγερμα, άρχισε να φαντάζει κόκκινο  - σαν αίμα- το ποτάμι.  Και εκείνος, χαμογέλασε περήφανα.
Και έγινε η Ώρα Δώδεκα. 
Στο χώμα πέφτει και η Μάνα Γη προστάζει και λουλούδια τον αγκάλιασαν.  Και δεν τον πρόσεξε κανείς πού έπεσε κάτω.  Και μόνο η γενναία του Καρδιά ακόμα άναβε.  Και ένας, την πρόσεξε.  Και –φοβισμένος- με το πόδι του την πάτησε. Και η Φλογερή Καρδιά του Ντάνκο, χάθηκε για πάντα».
Μαξίμ Γκόργκι "Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο και άλλα διηγήματα"
www.antikleidi.com

Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο


«Είπε ότι θα χόρευε μαζί μου αν της έφερνα κόκκινα τριαντάφυλλα,» φώναξε ο νεαρός φοιτητής, «άλλα σ’ όλο τον κήπο μου δεν υπάρχει ούτε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο… Θα χορεύει τόσο ανάλαφρα που τα πόδια της δεν θα αγγίζουν το δάπεδο, αλλά με μένα δεν θα χορέψει, γιατί δεν έχω κόκκινο τριαντάφυλλο να της προσφέρω», και σωριάστηκε κάτω στο γρασίδι, και έχωσε το πρόσωπό του μέσα στα χέρια του, και έκλαψε.
Όμως η Αηδόνα κατάλαβε το μυστικό της θλίψης του φοιτητή, και κάθισε σιωπηλή στη βελανιδιά, και σκέφτηκε σχετικά με το μυστήριο του Έρωτα.
Έτσι η Αηδόνα πέταξε στην Τριανταφυλλιά που φύτρωνε κάτω από το παράθυρο του Φοιτητή. «Δώσε μου ένα κόκκινο τριαντάφυλλο» φώναξε, «και θα σου τραγουδήσω το πιο γλυκό μου τραγούδι».
Αλλά το Δένδρο κούνησε το κεφάλι του. «Τα τριαντάφυλλά μου είναι κόκκινα» απάντησε, «τόσο κόκκινα όσο τα πόδια του περιστεριού, και πιο κόκκινα από τις μεγάλες βεντάλιες του κοραλλιού που κυματίζουν και κυματίζουν στα σπήλαια του ωκεανού.  Αλλά ο χειμώνας έχει παγώσει τις φλέβες μου και η παγωνιά έχει κάψει τα μπουμπούκια μου και η θύελλα έχει σπάσει τα κλαριά μου και δεν θα έχω καθόλου τριαντάφυλλα αυτό το χρόνο».
«Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο είναι το μόνο που θέλω», φώναξε η Αηδόνα, «μόνο ένα κόκκινο τριαντάφυλλο! Δεν υπάρχει κανένας τρόπος με τον όποιο να μπορέσω να το αποκτήσω;»
«Υπάρχει ένας τρόπος», απάντησε το Δένδρο, «αλλά είναι τόσο τρομερός που δεν τολμώ να σου τον πω».
«Πες τον μου» είπε η Αηδόνα, «δεν φοβάμαι».
"Αν θέλεις ένα κόκκινο τριαντάφυλλο,» είπε το Δένδρο, «πρέπει να το δημιουργήσεις από τη μουσική στο φως του φεγγαριού και να το βάψεις με το αίμα της ίδιας σου της καρδιάς. Πρέπει να μου τραγουδήσεις με το στήθος σου πάνω σε ένα αγκάθι.  Όλο το βράδυ πρέπει να μου τραγουδήσεις, και το αγκάθι πρέπει να τρυπήσει την καρδιά σου και το αίμα της ζωής σου πρέπει να τρέξει μέσα στις φλέβες μου και να γίνει δικό μου».
«Ο Θάνατος είναι μεγάλο τίμημα να πληρώσει (κάποιος) για ένα κόκκινο τριαντάφυλλο», φώναξε η Αηδόνα, «και η Ζωή είναι πολύ ακριβή για όλους. Είναι ευχάριστο να κάθεσαι στο πράσινο δάσος, και να παρακολουθείς τον Ήλιο στο άρμα του από χρυσό, και τη Σελήνη στο άρμα της από μαργαριτάρια.  Γλυκό είναι το άρωμα του κράταιγου, και γλυκοί είναι οι άγριοι υάκινθοι που κρύβονται στην κοιλάδα, και η ερείκη που ανθίζει στο λόφο. Ωστόσο ο έρωτας είναι καλύτερος από την Ζωή, και τι είναι η καρδιά ενός πουλιού συγκρινόμενη με την καρδιά ενός ανθρώπου;»
Έτσι άπλωσε τα καστανά φτερά της για πτήση, και υψώθηκε στον αέρα.  «Να είσαι ευτυχισμένος», φώναξε η Αηδόνα, «να είσαι ευτυχισμένος, θα το έχεις το κόκκινό σου τριαντάφυλλο. Θα το φτιάξω από μουσική στο φεγγαρόφωτο, και θα το βάψω με της ίδιας της καρδιάς μου το αίμα».

Και όταν η Σελήνη έλαμψε στους ουρανούς η Αηδόνα πέταξε στην Τριανταφυλλιά και έβαλε το στήθος της πάνω στο αγκάθι. Όλο το βράδυ τραγουδούσε με το στήθος της πάνω στο αγκάθι και η ψυχρή κρυστάλλινη Σελήνη έσκυψε και αφουγκράστηκε. Όλη νύχτα τραγουδούσε, και το αγκάθι έμπαινε όλο και βαθύτερα στο στήθος της, και το αίμα της ζωής της άδειαζε από μέσα της.
Τραγούδησε πρώτα για τη γέννηση της αγάπης στην καρδιά ενός αγοριού και ενός κοριτσιού. Και στο πιο ψηλό κλαδάκι της Τριανταφυλλιάς άνθισε ένα θαυμάσιο τριαντάφυλλο, πέταλο με το πέταλο, τραγούδι με το τραγούδι.
Ωχρό ήταν, στην αρχή, όπως η καταχνιά που κρέμεται πάνω από το ποτάμι – ωχρό σαν τα πόδια τού πρωινού, και ασημένιο σαν τα φτερά της αυγής.
Σαν τη σκιά ενός τριαντάφυλλου σε καθρέφτη από ασήμι, σαν τη σκιά ενός τριαντάφυλλού σε λίμνη νερού, έτσι ήταν το τριαντάφυλλο που άνθισε στο ψηλότερο κλαδάκι του Δένδρου.
Μα το Δένδρο φώναξε στην Αηδόνα να πιέσει περισσότερο πάνω στο αγκάθι. «Πίεσε περισσότερο, μικρή Αηδόνα», φώναξε το Δένδρο, «αλλιώς η Μέρα θα 'ρθει πριν να τελειώσει το τριαντάφυλλο».
Έτσι η Αηδόνα πίεσε περισσότερο πάνω στο αγκάθι και ολοένα και δυνατότερο έγινε το τραγούδι της, καθώς τραγούδαγε για τη γέννηση του πάθους στην ψυχή ενός άνδρα και μίας κόρης. Και μία απαλή απόχρωση από ροζ ήρθε στα φύλλα του τριαντάφυλλου, σαν το αναψοκοκκίνισμα στο πρόσωπο του γαμπρού όταν φιλά τα χείλη της νύφης.
Αλλά το αγκάθι δεν είχε ακόμα φτάσει στην καρδιά της κι έτσι η καρδιά του τριαντάφυλλου παρέμενε λευκή, καθώς μόνο το αίμα της καρδιάς ενός Αηδονιού μπορεί να κοκκινίσει την καρδιά ενός ρόδου.
Και το Δένδρο φώναξε στην Αηδόνα να πιέσει περισσότερο πάνω στο αγκάθι. «Πίεσε περισσότερο, μικρή Αηδόνα», φώναξε το Δένδρο, «αλλιώς η Μέρα θα 'ρθει πριν να τελειώσει το τριαντάφυλλο».
Έτσι η Αηδόνα πίεσε περισσότερο πάνω στο αγκάθι, και το αγκάθι άγγιξε την καρδιά της, και μία άγρια σουβλιά πόνου τη διαπέρασε.
Πικρός, πικρός ήταν ο πόνος, και όλο και πιο ξέφρενο γινόταν το τραγούδι της, καθώς τραγουδούσε για τον Έρωτα που τελειοποιείται με το Θάνατο, για τον Έρωτα που δεν πεθαίνει στο μνήμα.
Και το θαυμάσιο ρόδο έγινε βαθυκόκκινο, σαν το ροδόχρωμα του ουρανού της ανατολής. Βαθυκόκκινη ήταν η γιρλάντα από πέταλα, και πορφυρή σα ρουμπίνι ήταν η καρδιά.
Μα της Αηδόνας η φωνή γινόταν όλο και πιο αχνή, και τα μικρά φτερά της άρχισαν να τρέμουν και μία λεπτή μεμβράνη σκέπασε τα μάτια της. Όλο και πιο αδύναμο γινόταν το τραγούδι της και ένοιωσε κάτι να την πνίγει στο λαιμό.


Τότε έβγαλε ένα τελευταίο ξέσπασμα μουσικής. Η λευκή Σελήνη το άκουσε, και ξέχασε την αυγή, και παρέμεινε στον ουρανό. Το κόκκινο ρόδο το άκουσε και τρεμούλιασε σύγκορμο από έκσταση, και άνοιξε τα πέταλά του στον κρύο πρωινό αέρα.
Η ηχώ το μετέφερε στις πορφυροβαμμένες της σπηλιές στους λόφους και ξύπνησε τους κοιμισμένους τσοπάνηδες από τα όνειρα τους. Αρμένισε μέσα από τα καλάμια του ποταμού και αυτά μετέφεραν το μαντάτο του στη θάλασσα.
«Κοίτα, κοίτα!» φώναξε το δένδρο, «το τριαντάφυλλο είναι έτοιμο τώρα», μα η Αηδόνα δεν έδωσε καμία απάντηση, γιατί κειτόταν νεκρή στο ψηλό χορτάρι, με το αγκάθι στην καρδιά της.

Oscar Wilde 
πηγή : www.ithaque.gr

Αγάπη


Εκείνος που δεν ξέρει τίποτε, δεν αγαπά τίποτε.
Εκείνος που δεν μπορεί να κάνει τίποτε, δεν καταλαβαίνει τίποτε.
Εκείνος που δεν καταλαβαίνει τίποτε, είναι άχρηστος.
Εκείνος όμως που καταλαβαίνει, μπορεί και αγαπά και προσέχει και βλέπει ...
Όσο πιο πολλή γνώση σ' ένα πράγμα, τόσο μεγαλύτερη η αγάπη ...
Όσοι φαντάζονται ότι όλα τα φρούτα ωριμάζουν την ίδια εποχή με τις φράουλες, δεν ξέρουν τίποτε για τα σταφύλια".

Theophrastus Bombastus von Hohenheim

α πρόσωπα της αγάπης


Σε κάθε άνθρωπο η αγάπη παίρνει πολλές μορφές ανάλογα με τα συναισθήματά του, τις σκέψεις του, τις επιθυμίες τους, το θάρρος του, τις ανησυχίες του, τις προσδοκίες τους, τα βιώματά του κλπ.  Να μερικές από τις μορφές της :
Ζωή ... η ύπαρξη της αγάπης
Λογική ... η αγάπη που υπολογίζει
Μελέτη ... η αγάπη που αναλύει
Επιστήμη ... η αγάπη που ερευνά
Φιλοσοφία ... η αγάπη που σκέπτεται
Θρησκεία ... η αγάπη που αναζητάει το Θεό
Αλήθεια ... η παντοτινή αγάπη 
Ιδανικό ... η αγάπη που ανεβάζει
Πίστη : η αγάπη που μεταδίδει
Ελπίδα : η αγάπη που ονειρεύεται
Καλοσύνη : η αγάπη που βοηθάει
Αδελφικότητα : η αγάπη που αγκαλιάζει
Θυσία : η υπέρτατη αγάπη
Απάρνηση : η αγάπη που εγκαταλείφθηκε
Συμπάθια : η αγάπη που χαμογελάει
Δουλειά : η αγάπη που "χτίζει"
Αδιαφορία : η αγάπη που κρύβεται
Απελπισία : η αγάπη που χάνει τον έλεγχο
Πάθος : η αγάπη που χάνει την ισορροπία
Ζήλια : η αγάπη που πληγώθηκε
Υπερηφάνεια : η αγάπη που τραυματίστηκε
Πρόκληση : η αγάπη που υποβαθμίστηκε
Μίσος : η αγάπη που αρρώστησε βαριά
Τελικά : 
Αγαπώ σημαίνει ζω. 
Αγαπιέμαι σημαίνει αξίζω.  
Aγαπιέμαι και αγαπώ σημαίνει : Αξίζει να Ζώ! 

Γλυκόλογα γεμάτα...Αγάπη!!!

Γλυκόλογα γεμάτα...Αγάπη!!!



 
Επειδή το φεγγάρι είναι ερωτευμένο μαζί σου έρχεται κάθε βράδυ όταν κοιμάσαι και σε γεμίζει φιλιά. Απόψε αποφάσισα να πάρω τή θέση του. Θα με περιμένεις;
Έχω να σου προτείνω ένα ταξίδι! Προορισμός; Τα άστερια!Μεταφορικό μέσο; Η καρδιά! Οδηγός; Ο έρωτας! Επιβάτες; Εγώ κι Εσύ! Εισιτήρια; Χωρίς επιστροφή! Τι λές;
Σ'αγαπάω για χίλιους απλούς λόγους και τον πιο σημαντικό..επειδή είσαι εσύ! Δε χρειάζεται τίποτα παραπάνω.. Σ'αγαπάω γιατί στα μάτια σου βλέπω αυτό που χρειάζομαι. Γιατί στην αγκαλιά σου αισθάνομαι ασφάλεια. Γιατί το χαμόγελο σου με κάνει χαρούμενο και μου δίνει δύναμη. Σ'αγαπάω γιατι σε σκέφτομαι συνέχεια. Γιατί μου λείπεις και ποτέ δε θα σε έχω όσο θα ήθελα.. Έτσι απλά... Σ'αγαπάω.
Αν άνοιξαν τα όμορφα ματάκια σου, αν χασμουρήθηκαν τα γλυκά χειλάκια σου, αν τεντώθηκε το υπέροχο κορμάκι σου.. τότε μπορώ να σου πώ μια γλυκιά καλημέρα...
Καθώς μετρούσα τα αστέρια ικέτευα να πέσει ένα για να βρω το θάρρος να σου πω πόσο σε θέλω. Αχ πόσο θα ήθελα να έιμασταν μαζί για πάντα!!!
Μερικές φορές οι άγγελοι χάνουν το δρόμο για τον παράδεισο και μένουν στη γη και κάνουν τη ζωή κάποιων παραδεισένια.Γι' αυτό μη φύγεις ποτέ από δω άγγελε μου.
Σου στέλνω τόσα φιλάκια όσα τα αστέρια του ουρανού, μια καληνύχτα τόσο μεγάλη όσο το φεγγάρι και εύχομαι τα όνειρα σου να είναι τόσο γλυκά όσο εσύ.
Ρώτησα ένα λουλούδι, ένα πουλί και έναν άνθρωπο τι είναι η αγάπη και το λουλούδι άνθισε, το πουλί κελάιδησε και ο άνθρωπος δάκρυσε!!!
Η ζωή χωρίς εσένα είναι ένα τίποτα..Θα ήμουν σαν το ψάρι χωρίς νερό..Σαν τη βάρκα χωρίς κουπιά..Σαν την καρδιά χωρίς αίμα.. Σαν εμένα χωρίς εσένα.. Σ'αγαπάω..
Αν αγαπάς κάτι άφησέ το να φύγει αν γυρίσει είναι δικό σου, αν όχι δεν το είχες ποτέ...
Ποτέ μην κλάψεις μπροστά σε καμία δυσκολία που θα αντιμετωπίσεις.Ηρωας δεν είναι αυτός που ξέρει να κλαίει αλλά αυτός που ξέρει να κρύβει κάθε δάκρυ πίσω από ένα χαμόγελο.
Αν η ζώη σ'έχει πληγώσει,αν η αγάπη σ'έχει προδώσει, γέλα κι εσύ όπως κι άλλοι.Η ζωή δεν είναι μεγάλη!!!! Κοίτα γύρω σου όλοι γελάνε τι νομίζεις;;; Αυτοί δεν πονάνε;;;)
Αν ποτέ σου 'ρχονται δάκρυα στα μάτια άστα να τρέξουν. Αλλά να θυμάσαι πως για τίποτα δεν αξίζει να κλαις γιατί το μόνο πράγμα που δεν διορθώνεται σ'αυτόν τον κόσμο είναι ο θάνατος.
Αν γνώριζα την λέξη που θα άγγιζε την ψυχή σου θα στην έλεγα συνέχεια μέχρι να ματώσουν τα χείλη μου!!!
Απόψε το μόνο που με συντροφεύει είναι τ αστέρια. Εκεί μόνο μπορώ να ζωγραφίσω τις αόρατες γραμμές της μορφής σου!!! Αχ να ήξερες πόσο πολύ μου λείπεις ...
Όλες οι σκέψεις τελειώνουν μέ σένα, όλα μου τα όνειρα αρχίζουν από σένα,η φαντασία μου φωλιάζει το κορμί σου και η καρδία μου δεν ξεχνάει τη μορφή σου!!!
Κάποτε μπορεί να πάψω να σ' αγαπώ! Ποτέ όμως δε θα πάψω να αγαπώ τις μέρες που σ' αγαπούσα!!!
Αν ποτέ αποφασίσεις να με σκοτώσεις μην σημαδέψεις την καρδία μου γιατί εκεί μέσα υπάρχεις εσύ!!!
Αν σου πουν ότι πέθανα μην το πιστέψεις! Αν σου πουν ότι έπαψα να σ' αγαπώ τότε σίγουρα θα έχω πεθάνει!!!
Να με θυμάσαι πάντα μ' ένα χαμόγελο! Αν δακρύσεις θα ξέρω πως με ξέχασες!!!
Κοίταξα τα αστέρια και έλειπε ένα. Έψαξα να το βρω και βρήκα εσένα!!
Μια συμβουλή : «Να προσέχεις» Μια παράκληση: «Μην αλλάξεις» Μια ευχή: «Μη με ξεχάσεις» Ένα ψέμα: «Δεν σ' αγαπάω» Μια αλήθεια: «Μου λείπεις»
Όταν δακρύζεις εγώ κλαίω! Όταν πονάς εγώ πεθαίνω! Όταν γελάς εγώ πετάω . Όταν με χρειάζεσαι εγώ σε θέλω ...
Όταν οι αισθήσεις μου ταξιδεύουν βγάζουν εισιτήριο για το ομορφότερο μέρος του κόσμου: «Την αγκαλιά σου»
Κάθε ανατολή φέρνει μια ελπίδα. Κάθε δύση φέρνει μια ανάμνηση. Ανάμεσα σε δύση και ανατολή υπάρχουν ώρες χωρίς ζωή. Είναι οι ώρες που είσαι μακριά μου!!!
Άγγελοι κρατούν τον δρόμο για την αγκαλιά σου. Αστέρια ερωτεύτηκαν το άγγιγμα σου. Νεράιδες άκουσαν το κάλεσμα σου. Μάγισσες υποσχέθηκαν να με φέρουν κοντά σου!!!
Παίρνω την εικόνα σου, πάρε τη δική μου, να είμαι μες στη σκέψη σου να είσαι στη ψυχή μου. Παίρνω την ανάσα σου πάρε την πνοή μου, είσαι ότι αγάπησα, είσαι η ζωή μου!!!
Αν ποτέ κάποιος καταφέρει να χαράξει το όνομα σου με πάγο στον ήλιο τότε θα παραδεχτώ ότι κάποιος σ' αγαπάει περισσότερο από μένα!!!
Δώσε μου ένα δρόμο να περπατήσουν τα πάθη μου,γίνε ποτάμι να παρασύρεις τα λάθη μου ...να βρουν τη χώρα που στα όνειρα σου κρατάς!!!
Τα σημαντικότερα πράγματα για μένα στον κόσμο είναι τρία: Τα λουλούδια, τ' αστέρια και εσύ ! Τα λουλούδια για μία μέρα, τ' αστέρια για μια νύχτα και εσύ για πάντα!!!
Ποιο τραγούδι να σου πω που δε σε ξέρει , να είναι εκεί όταν γελάς και όταν φοβάσαι, να είναι εκεί όταν μεθάς και όταν λυπάσαι  και όταν βρίσκεσαι στις μοναξιάς τα μέρη! Τι τραγούδι να σου πω εκεί που πας, να μη μοιάζει με κανένα, να μη μοιάζει μ' όλα αυτά που αγαπάς!!!
Ρώτησα τον καθρέφτη μου γιατί κάθε φορά που σε σκέφτομαι δακρύζω.Κι εκείνος είπε: « όταν τα όνειρα δε χωράνε στα μάτια πέφτουν και γίνονται δάκρυα» Γι' αυτό μη με κάνεις ποτέ να δακρύσω και άσε με να ζήσω αυτό το όνειρο που ακούει στο όνομα σου μωράκι μου!!!
Είσαι το όνειρο που βλέπω κάθε μέρα! Είσαι ο θάνατος που θα με πάρει μια μέρα! Είσαι το φως που με βοηθάει να ζω! Ένα όμως δεν είσαι: «Δεν είσαι εδώ!!!»
Αν κρατήσεις 11 τριαντάφυλλα μπροστά σ' έναν καθρέφτη θα δεις τα 12 ωραιότερα πράγματα του κόσμου!!!
Θέλω να κλείσω τις ομορφότερες στιγμές μας σ' ένα μπουκάλι. Κάθε φορά που θα σου λείπω να τ' ανοίγεις να πίνεις και να μεθάς από ευτυχία!!!
Είναι το πάθος που με δένει με τη σάρκα σου και των φιλιών μας η αρμύρα που μεθάει και όταν αγγίζει πάνω μου η ανάσα σου, κάθε μου κύτταρο την ηδονή ζητάει!!!
Τα ωραιότερα λόγια μιας αγάπης κρύβονται πίσω από τη σιωπή ενός βλέμματος... Ο,τι δεν ακούγεται δε σημαίνει πως δεν υπάρχει...
Κοιτάω τις νύχτες συχνά τον ουρανό και τα άστρα ρωτάω αν θα σε ξαναδώ και ξέρεις τι λένε εκείνα καρδιά μου; Πως θα έρχεσαι μόνο στα όνειρά μου!!!
Ποτέ μη φυσάς στάχτες από καμμένες καρδιές γιατί θα μπουν στα μάτια σου και θα δακρύσεις...
Όταν κάποιος μουσικός καταφέρει να γράψει τον ήχο από ένα τριαντάφυλλο που πέφτει σε γυάλινο πάτωμα, τότε κι εγώ θα πάψω να σε σκέφτομαι...
Ίσως κάποτε πάψω να σ αγαπώ!!! Ποτέ όμως δεν θα πάψω να αγαπώ τις μέρες που σ'άγαπούσα..